Πειθαρχικός Ουλαμός Καλπακίου
Το Καλπάκι ή στρατόπεδο Καλπακίου, που και έως σήμερα θεωρείται από τους
νέους φαντάρους ως ένα σχετικά αυστηρό στρατόπεδο, υπήρξε ο μεταξικός
προπομπός της Μακρονήσου.
Αναφερόμαστε φυσικά στον πειθαρχικό ουλαμό Καλπακίου "τάφο των ζωντανών", όπως τον αποκαλούσαν και ο οποίος ξεκίνησε να λειτουργεί από τον Αύγουστο του 1924 και έλαβε τις γνωστές διαστάσεις του κατά τη μεταξική δικτατορία. Η αρχική του λειτουργία ήταν να ... συνετίσει τους απείθαρχους φαντάρους. Η πραγματική του όμως λειτουργία ήταν πολύ διαφορετική. Το Καλπάκι είναι ένα από τα πρώτα κάτεργα που οργάνωσαν οι στρατοκράτες του αστικού κράτους και σε αυτό εφαρμόστηκαν μέθοδοι βασανισμού και ψυχολογικής πίεσης που επαναλήφθηκαν αργότερα προσαρμοσμένες στις πιο σύγχρονες μορφές τους από τη μεταξική δικτατορία και το εμφυλιακό κράτος.
Οι κομμουνιστές και δημοκράτες φαντάροι και ναύτες από όλες τις μονάδες μεταφέρονταν εκεί "διότι το μικρόβιον του κομμουνισμού εισέδυσεν ολεθρίως δια το εθνικόν φρόνημα εις τον Στρατόν", όπως αναφέρει και η διαταγή ίδρυσής του. Για το Καλπάκι και τα βασανιστήρια που γνώρισαν εκεί οι κρατούμενοι φαντάροι και ναύτες έχουν γραφεί πολλά. Από το κάτεργο αυτό πέρασαν και πολλοί δημοσιογράφοι και συντάκτες του Ριζοσπάστη ανάμεσά τους και ο Θανάσης Κλάρας, ο αρθρογράφος Κώστας Καραγιώργης, ο Κουγιουμτζής, ο Μαυροκεφαλίδης ο Δημήτρης Βλαντάς, ο Πανούσης, ο δημοσιογράφος Τσακίρης, ο Γαμβέτας και άλλοι.
Η ίδρυση του πειθαρχικού ουλαμού Καλπακίου ήταν ένα αποτυχημένο μέτρο της κυρίαρχης τάξης για να αντιμετωπίσει την ανάπτυξη των αγώνων των στρατευμένων να υπερασπιστούν την ανεξαρτησία της πατρίδας και όχι να πολεμήσουν για ξένα και ξενοκίνητα συμφέροντα. Η λέξη "αποτυχημένο" αναφέρεται ασφαλώς στα σχεδόν μηδενικά αποτελέσματα που επέφερε το Καλπάκι στους αγώνες και τις διεκδικήσεις των στρατευμένων νέων και ειδικά σε ότι αφορούσε την Μικρασιατική εκστρατεία.
Ο Ουλαμός
Το Καλπάκι, ως πειθαρχικός ουλαμός συγκέντρωνε δύο κατηγορίες φαντάρων και ναυτών. Η πρώτη εμπεριέχει όλους όσους λόγω πολιτικών φρονημάτων θεωρούνταν επικίνδυνοι για το στράτευμα ή/και διώκονταν με το ιδιώνυμο. Η δεύτερη κατηγορία ήταν φαντάροι που έκαναν χρήση χασίς ή άλλων ναρκωτικών, ευθύνονταν για ποινικές παραβάσεις ή ήταν λιποτάκτες.
Τη διοίκηση του ουλαμού την είχε αρχικά ένας βίαιος και ακραίος άνθρωπος, ο ανθυπολοχαγός Χρήστος Ι. Παπαχρήστος ή Παπαχρήστου. Οι αντιδράσεις ακόμα και αξιωματικών της στρατιωτικής διοίκησης Ιωαννίνων για τα μαρτύρια, στα οποία υπέβαλλε τους στρατιώτες του, ανάγκασαν και το 2ο Γραφείο του Γενικού Επιτελείου Στρατού να τον αντικαταστήσει το 1929 με τον εξ ίσου βίαιο ανθυπολοχαγό Φατούρο.
Όπως και στη Μακρόνησο, ο πειθαρχικός ουλαμός Καλπακίου απείχε στη μορφή και τη λειτουργία του από κάθε στρατιωτική μονάδα. Ήταν ουσιαστικά ένα στρατόπεδο εξόντωσης. Περίπου 40 σκηνές
πλαισίωναν ένα παράπηγμα που έφερε τον τίτλο του διοικητηρίου και όλα αυτά περιτρυγυρισμένα από αγκαθωτό συρματόπλεγμα και φρουρές που αποτελούνταν, όπως και το άλλο προσωπικό από ποινικούς στρατιώτες και άλλα λογής λογής αποβράσματα, διαλεγμένα ένα-ένα από τις υπηρεσίες ασφαλείας του Γενικού Επιτελείου.
Στο Καλπάκι το ημερήσιο πρόγραμμα περιλάμβανε μια σειρά από καψώνια και αγγαρείες που επιβλέπονταν και τιμωρούνταν με τον βούρδουλα. Πολλοί από τους κρατούμενους φαντάρους πέθαιναν από φυματίωση ή από τις βουρδουλιές των βασανιστών τους δεμένοι επί 24ωρα σε δέντρα, άλλοι πάθαιναν αιμοπτύσεις κι άλλοι τρελαίνονταν από τον ξυλοδαρμό.
Τους έβαζαν να ποτίζουν επί ώρες τηλεγραφόξυλα, να κόβουν νύχτα μέρα ξύλα από τα παρακείμενα δάση για τις ανάγκες των μονάδων της 8ης Μεραρχίας, να δουλεύουν σκληρά στα ασβεστοκάμινα, να μαζεύουν βελανίδια, να σκάβουν για τη διάνοιξη δρόμων (όπως αυτόν Καλπακίου – Μονής Βελλάς), να σπάνε πέτρες και μάλιστα νηστικοί, ψειριασμένοι, γυμνοί και ανυπόδητοι. Ακόμη και άρρωστοι έπρεπε να πάνε για δουλειά.
Αντίσταση
Οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης, ο διαρκής βασανισμός και η ψυχολογική βία ώθησαν αρκετούς φαντάρους στο να προσπαθήσουν να αποδράσουν. Οι περισσότεροι πιάνονταν και βασανίζονταν φρικτά. Στην περίπτωση του Κωνσταντίνου Γεωργόπουλου τα βασανιστήρια οδήγησαν στο θάνατο, ο οποίος αποδόθηκε σε ατύχημα. Το 1928 σημειώνεται η μεγαλυτερη εξέγερση στο Καλπάκι και η τρομοκρατία μειώνεται δραστικά λόγω της αποφασιστικής στάσης των κρατούμενων στρατιωτών. Μάλιστα ένας στρατιώτης, ο Γιάννης Μωραΐτης, αποπειράθηκε να σκοτώσει με κλαδευτήρι έναν Αρβανίτη φρουρό, όργανο του ανθυπολοχαγού Χ. Παπαχρήστου.
Η μεγαλύτερη εξέγερση των κρατουμένων του Καλπακίου έγινε την 1η Σεπτεμβρίου 1930. Ο τότε διοικητής του Πειθαρχικού ουλαμού Φατούρος αμέσως μετά το μεσημεριανό φαγητό έστειλε τους «πειθαρχούμενους» στη δουλειά. Ένας από αυτούς, ο Βλαντάς, διαμαρτυρήθηκε και ο διοικητής τον έκλεισε στο μπουντρούμι. Οι φρουροί ένοπλοι επιτέθηκαν στους υπόλοιπους, έγινε σύγκρουση και συνέπειά της ήταν η σκηνοθεσία της κατηγορίας ότι οι στρατιώτες διέπραξαν τα αδικήματα της βιαιοπραγίας κατ’ ανωτέρου (του διοικητή Φατούρου),της ανυποταξίας και της εξύβρισης.
Σύμφωνα με το ψευδές κατηγορητήριο δικάστηκαν από το Στρατοδικείο Ιωαννίνων και καταδικάστηκαν οι φαντάροι Μαρκοβίτης, Πανούσης, Γαμβέτας, Βλαντάς, Τσακίρης, Αδαμόπουλος και Κορδέλης σε βαρύτατες ποινές. Οι δύο πρώτοι σε θάνατο, ο τρίτος σε ισόβια, τρεις σε πέντε χρόνια φυλακή κι ένας σε δίχρονη φυλάκιση. Επιπρόσθετα καταδικάστηκαν όλοι σε πέντε χρόνια για εξύβριση του διοικητή της φυλακής Ακραίου, ενώ ο Μαρκοβίτης και σε άλλα οχτώ χρόνια για εξύβριση των στρατοδικών.
Μετά την καταδίκη τους μεταφέρθηκαν στις φυλακές της Αίγινας. Το γεγονός είχε προκαλέσει συγκίνηση τόσο σε πνευματικούς ανθρώπους όσο και σε μερίδα του τύπου, ακόμα και του συντηρητικού. Στην εφημερίδα Εμπρός ( 17/01/1930) ένας δημοσιογράφος συνέκρινε τον Πειθαρχικό ουλαμό του Καλπακίου με τα βασανιστήρια που υφίσταντο οι αντιφρονούντες στη Σιβηρία: «Οι φυλακές της Αίγινας φιλοξενούν εδώ και πέντε μέρες τους επτά καταδικασθέντες από το Στρατοδικείον Ιωαννίνων, άλλους σε θάνατο, άλλους σε ισόβια και άλλους σε πρόσκαιρα δεσμά. Για την καταδίκη των δύο από αυτούς σε θάνατο, των Πανούση και Μαρκοβίτη, μία μεγάλη μερίς της κοινής γνώμης εξηγέρθη με επικεφαλής μίαν ομάδα ανθρώπων των γραμμάτων και της επιστήμης. Σε τι τάχα διαφέρουμε από την Σιβηρία; Ανθρώπινα ράκη στο Σολόβσκυ της παγωμένης Σιβηρίας, ανθρώπινα ράκη και στον πειθαρχικό ουλαμό Καλπακίου. Στη Σιβηρία της Ρωσίας στέλνονται και ένοχοι, ενώ στο Καλπάκι του ελληνικού στρατού πηγαίνουν άνθρωποι τις περισσότερες φορές αθώοι ή, κι αν είναι ένοχοι, είναι ένοχοι μιας πίστεως προς μίαν ιδεολογίαν (= την κομμουνιστική) που δεν αξίζουν τα ακατανόμαστα και άθλια μέσα των ανθρώπων του πειθαρχικού ουλαμού του Καλπακίου».
Ακολούθως ο δημοσιογράφος τόνιζε την ανάγκη να κλείσει το κολαστήριο αυτό παρουσιάζοντας τις συνέπειες του τρόπου λειτουργίας του: «Είναι πέντε χρόνια τώρα που ο πειθαρχικός ουλαμός Καλπακίου δρα, υπάρχει και δέχεται τα θύματά του, κάτω από τις ευλογίες και τα συγχαρητήρια των ανθρώπων του πολιτισμού και της δικαιοσύνης. Αλλά τι κάμνει αυτός ο ουλαμός; Γιατί υπάρχει; Τι γίνεται εκεί πάνω; Κανείς μέχρι σήμερα δεν είχε το θάρρος να το πει. Οι ψευτοανθρωπισταί, οι «περίφημοι» διανοούμενοι τον θυμήθηκαν τώρα με την καταδίκη του Πανούση και του Μαρκοβίτη. Το Καλπάκι πρέπει να λείψει. Όσοι έτυχε να πάνε για διάφορους λόγους εκεί επάνω, στην κόλαση των αλβανικών συνόρων, μιλούν με ντροπή για τα ακατανόμαστα και τραγικά μαρτύρια των στρατιωτών του ουλαμού. Το ξύλο, οι βρισιές, ο εκφυλισμός των αξιωματικών και υπαξιωματικών εις βάρος των δυστυχών θυμάτων των, η 15ωρος εργασία για την κατασκευή δρόμων, την μεταφοράν νερού και το σπάσιμο χαλικιών αποτελούν μια πολύ φτωχική και ελλιπή περιγραφή της κολάσεως του Καλπακίου. Υπάρχουν άνθρωποι που έτυχε να έχουν υπηρετήσει στον απαίσιον αυτόν ουλαμόν, παιδιά οικογενειών ή και τίμιοι, ηθικοί εργάται και οι οποίοι σήμερα έχουν τρελαθεί από τα βασανιστήρια και την αγωνία που τράβηξαν εκεί πάνω».
Οι εφτά καταδικασμένοι έκαναν έφεση κατά της αποφάσεως του Στρατοδικείου Ιωαννίνων, η οποία εκδικάστηκε στο Αναθεωρητικό Δικαστήριο Αθηνών. Κατά την έναρξη της δίκης αλλά και κατά τις επόμενες ημέρες που διήρκεσε, ξεσηκώθηκαν οι εργαζόμενοι και οι διανοούμενοι της χώρας και έγιναν συγκεντρώσεις τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό υπέρ των καταδικασμένων στρατιωτών. Μάλιστα προσήλθαν για να καταθέσουν ως μάρτυρες υπεράσπισης ο διαπρεπής εκπαιδευτικός, συγγραφέας και πολιτικός Δημήτρης Γληνός και ο δικηγόρος Λεούσης, εκπρόσωπος της Ένωσης Νομικών. Το Αναθεωρητικό Δικαστήριο μετρίασε την ποινή των καταδικασθέντων σε θάνατο στρατιωτών. Οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης, όταν κατά τη δίκη έγιναν γνωστά τα βασανιστήρια που γίνονταν στο Καλπάκι, θορύβησαν και ορισμένους βουλευτές, οι οποίοι ζήτησαν από τον τότε υπουργό των Στρατιωτικών την κατάργηση του Πειθαρχικού ουλαμού .Όμως το «σωφρονιστήριο» του Καλπακίου διατηρήθηκε. Τη διοίκησή του την ανέλαβε το 1933 ο υπολοχαγός Κ. Πάστρας, ο οποίος με το παραμικρό έστελνε τους «απείθαρχους» στρατιώτες στο Στρατοδικείο.
Ο πειθαρχικός ουλαμός Καλπακίου λειτούργησε από το 1924 έως το 1934. Ήταν το πρώτο πείραμα «σωφρονισμού» ή «αναμόρφωσης» κομμουνιστών και γενικότερα «απείθαρχων» στρατιωτών που διέσυρε διεθνώς τη χώρα. Έκλεισε μετά τις έντονες διαμαρτυρίες πολιτικών προσωπικοτήτων από την Ελλάδα και τη Γαλλία και τις εκκλήσεις που υπέγραψαν πολλοί πνευματικοί άνθρωποι, όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Άγγελος Τερζάκης κ. ά.
Οι εφημερίδες
Ακόμα και μέσα στο απόλυτο κλίμα τρομοκρατίας, βίας και βασανιστηρίων, οι κομμουνιστές και δημοκράτες φαντάροι του Καλπακίου κατάφεραν να οργανώσουν πρωταρχικά τη ζωή τους και να προβούν στην έκδοση δύο παράνομων εφημερίδων τοίχου. Οι εφημερίδες αυτές ονομάζονταν Κόκκινος Ναύτης και Ο Φαντάρος και ήταν χειρόγραφες. Κυκλοφορούσαν από χέρι σε χέρι ανάμεσα στους φαντάρους και διαβάζονταν σε γκρούπες με περιφρούρηση τσιλιαδόρων. Ορισμένες από αυτές όπως σήμερα σώζονται εμφανίζονται πολυγραφημένες, γεγονός που προκαλεί έκπληξη και παραπέμπει σε σύνδεση του παράνομου κομματικού μηχανισμού του Καλπακίου με οργανώσεις του ΚΚΕ έξω. Ο Κόκκινος Ναύτης μάλιστα αυτοπροσδιορίζεται στο πρώτο φύλλο του ως: Όργανο των κομμουνιστικών πυρήνων του Πολεμικού Ναυτικού με μότο του το: Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε.
Παρόμοιες παράνομες εφημερίδες κυκλοφορούσαν και στην ευρύτερη παράνομη κομμουνιστική οργάνωση του στρατεύματος από τις αντίστοιχες οργανώσεις και έφεραν τίτλους όπως: Η Φωνή του Στρατεύματος, Η Στρατώνα, Ο Τηλεγραφητής και ο Κόκκινος Σκαπανέας
Αναφερόμαστε φυσικά στον πειθαρχικό ουλαμό Καλπακίου "τάφο των ζωντανών", όπως τον αποκαλούσαν και ο οποίος ξεκίνησε να λειτουργεί από τον Αύγουστο του 1924 και έλαβε τις γνωστές διαστάσεις του κατά τη μεταξική δικτατορία. Η αρχική του λειτουργία ήταν να ... συνετίσει τους απείθαρχους φαντάρους. Η πραγματική του όμως λειτουργία ήταν πολύ διαφορετική. Το Καλπάκι είναι ένα από τα πρώτα κάτεργα που οργάνωσαν οι στρατοκράτες του αστικού κράτους και σε αυτό εφαρμόστηκαν μέθοδοι βασανισμού και ψυχολογικής πίεσης που επαναλήφθηκαν αργότερα προσαρμοσμένες στις πιο σύγχρονες μορφές τους από τη μεταξική δικτατορία και το εμφυλιακό κράτος.
Οι κομμουνιστές και δημοκράτες φαντάροι και ναύτες από όλες τις μονάδες μεταφέρονταν εκεί "διότι το μικρόβιον του κομμουνισμού εισέδυσεν ολεθρίως δια το εθνικόν φρόνημα εις τον Στρατόν", όπως αναφέρει και η διαταγή ίδρυσής του. Για το Καλπάκι και τα βασανιστήρια που γνώρισαν εκεί οι κρατούμενοι φαντάροι και ναύτες έχουν γραφεί πολλά. Από το κάτεργο αυτό πέρασαν και πολλοί δημοσιογράφοι και συντάκτες του Ριζοσπάστη ανάμεσά τους και ο Θανάσης Κλάρας, ο αρθρογράφος Κώστας Καραγιώργης, ο Κουγιουμτζής, ο Μαυροκεφαλίδης ο Δημήτρης Βλαντάς, ο Πανούσης, ο δημοσιογράφος Τσακίρης, ο Γαμβέτας και άλλοι.
Η ίδρυση του πειθαρχικού ουλαμού Καλπακίου ήταν ένα αποτυχημένο μέτρο της κυρίαρχης τάξης για να αντιμετωπίσει την ανάπτυξη των αγώνων των στρατευμένων να υπερασπιστούν την ανεξαρτησία της πατρίδας και όχι να πολεμήσουν για ξένα και ξενοκίνητα συμφέροντα. Η λέξη "αποτυχημένο" αναφέρεται ασφαλώς στα σχεδόν μηδενικά αποτελέσματα που επέφερε το Καλπάκι στους αγώνες και τις διεκδικήσεις των στρατευμένων νέων και ειδικά σε ότι αφορούσε την Μικρασιατική εκστρατεία.
Ο Ουλαμός
Το Καλπάκι, ως πειθαρχικός ουλαμός συγκέντρωνε δύο κατηγορίες φαντάρων και ναυτών. Η πρώτη εμπεριέχει όλους όσους λόγω πολιτικών φρονημάτων θεωρούνταν επικίνδυνοι για το στράτευμα ή/και διώκονταν με το ιδιώνυμο. Η δεύτερη κατηγορία ήταν φαντάροι που έκαναν χρήση χασίς ή άλλων ναρκωτικών, ευθύνονταν για ποινικές παραβάσεις ή ήταν λιποτάκτες.
Τη διοίκηση του ουλαμού την είχε αρχικά ένας βίαιος και ακραίος άνθρωπος, ο ανθυπολοχαγός Χρήστος Ι. Παπαχρήστος ή Παπαχρήστου. Οι αντιδράσεις ακόμα και αξιωματικών της στρατιωτικής διοίκησης Ιωαννίνων για τα μαρτύρια, στα οποία υπέβαλλε τους στρατιώτες του, ανάγκασαν και το 2ο Γραφείο του Γενικού Επιτελείου Στρατού να τον αντικαταστήσει το 1929 με τον εξ ίσου βίαιο ανθυπολοχαγό Φατούρο.
Όπως και στη Μακρόνησο, ο πειθαρχικός ουλαμός Καλπακίου απείχε στη μορφή και τη λειτουργία του από κάθε στρατιωτική μονάδα. Ήταν ουσιαστικά ένα στρατόπεδο εξόντωσης. Περίπου 40 σκηνές
πλαισίωναν ένα παράπηγμα που έφερε τον τίτλο του διοικητηρίου και όλα αυτά περιτρυγυρισμένα από αγκαθωτό συρματόπλεγμα και φρουρές που αποτελούνταν, όπως και το άλλο προσωπικό από ποινικούς στρατιώτες και άλλα λογής λογής αποβράσματα, διαλεγμένα ένα-ένα από τις υπηρεσίες ασφαλείας του Γενικού Επιτελείου.
Στο Καλπάκι το ημερήσιο πρόγραμμα περιλάμβανε μια σειρά από καψώνια και αγγαρείες που επιβλέπονταν και τιμωρούνταν με τον βούρδουλα. Πολλοί από τους κρατούμενους φαντάρους πέθαιναν από φυματίωση ή από τις βουρδουλιές των βασανιστών τους δεμένοι επί 24ωρα σε δέντρα, άλλοι πάθαιναν αιμοπτύσεις κι άλλοι τρελαίνονταν από τον ξυλοδαρμό.
Τους έβαζαν να ποτίζουν επί ώρες τηλεγραφόξυλα, να κόβουν νύχτα μέρα ξύλα από τα παρακείμενα δάση για τις ανάγκες των μονάδων της 8ης Μεραρχίας, να δουλεύουν σκληρά στα ασβεστοκάμινα, να μαζεύουν βελανίδια, να σκάβουν για τη διάνοιξη δρόμων (όπως αυτόν Καλπακίου – Μονής Βελλάς), να σπάνε πέτρες και μάλιστα νηστικοί, ψειριασμένοι, γυμνοί και ανυπόδητοι. Ακόμη και άρρωστοι έπρεπε να πάνε για δουλειά.
Αντίσταση
Οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης, ο διαρκής βασανισμός και η ψυχολογική βία ώθησαν αρκετούς φαντάρους στο να προσπαθήσουν να αποδράσουν. Οι περισσότεροι πιάνονταν και βασανίζονταν φρικτά. Στην περίπτωση του Κωνσταντίνου Γεωργόπουλου τα βασανιστήρια οδήγησαν στο θάνατο, ο οποίος αποδόθηκε σε ατύχημα. Το 1928 σημειώνεται η μεγαλυτερη εξέγερση στο Καλπάκι και η τρομοκρατία μειώνεται δραστικά λόγω της αποφασιστικής στάσης των κρατούμενων στρατιωτών. Μάλιστα ένας στρατιώτης, ο Γιάννης Μωραΐτης, αποπειράθηκε να σκοτώσει με κλαδευτήρι έναν Αρβανίτη φρουρό, όργανο του ανθυπολοχαγού Χ. Παπαχρήστου.
Η μεγαλύτερη εξέγερση των κρατουμένων του Καλπακίου έγινε την 1η Σεπτεμβρίου 1930. Ο τότε διοικητής του Πειθαρχικού ουλαμού Φατούρος αμέσως μετά το μεσημεριανό φαγητό έστειλε τους «πειθαρχούμενους» στη δουλειά. Ένας από αυτούς, ο Βλαντάς, διαμαρτυρήθηκε και ο διοικητής τον έκλεισε στο μπουντρούμι. Οι φρουροί ένοπλοι επιτέθηκαν στους υπόλοιπους, έγινε σύγκρουση και συνέπειά της ήταν η σκηνοθεσία της κατηγορίας ότι οι στρατιώτες διέπραξαν τα αδικήματα της βιαιοπραγίας κατ’ ανωτέρου (του διοικητή Φατούρου),της ανυποταξίας και της εξύβρισης.
Σύμφωνα με το ψευδές κατηγορητήριο δικάστηκαν από το Στρατοδικείο Ιωαννίνων και καταδικάστηκαν οι φαντάροι Μαρκοβίτης, Πανούσης, Γαμβέτας, Βλαντάς, Τσακίρης, Αδαμόπουλος και Κορδέλης σε βαρύτατες ποινές. Οι δύο πρώτοι σε θάνατο, ο τρίτος σε ισόβια, τρεις σε πέντε χρόνια φυλακή κι ένας σε δίχρονη φυλάκιση. Επιπρόσθετα καταδικάστηκαν όλοι σε πέντε χρόνια για εξύβριση του διοικητή της φυλακής Ακραίου, ενώ ο Μαρκοβίτης και σε άλλα οχτώ χρόνια για εξύβριση των στρατοδικών.
Μετά την καταδίκη τους μεταφέρθηκαν στις φυλακές της Αίγινας. Το γεγονός είχε προκαλέσει συγκίνηση τόσο σε πνευματικούς ανθρώπους όσο και σε μερίδα του τύπου, ακόμα και του συντηρητικού. Στην εφημερίδα Εμπρός ( 17/01/1930) ένας δημοσιογράφος συνέκρινε τον Πειθαρχικό ουλαμό του Καλπακίου με τα βασανιστήρια που υφίσταντο οι αντιφρονούντες στη Σιβηρία: «Οι φυλακές της Αίγινας φιλοξενούν εδώ και πέντε μέρες τους επτά καταδικασθέντες από το Στρατοδικείον Ιωαννίνων, άλλους σε θάνατο, άλλους σε ισόβια και άλλους σε πρόσκαιρα δεσμά. Για την καταδίκη των δύο από αυτούς σε θάνατο, των Πανούση και Μαρκοβίτη, μία μεγάλη μερίς της κοινής γνώμης εξηγέρθη με επικεφαλής μίαν ομάδα ανθρώπων των γραμμάτων και της επιστήμης. Σε τι τάχα διαφέρουμε από την Σιβηρία; Ανθρώπινα ράκη στο Σολόβσκυ της παγωμένης Σιβηρίας, ανθρώπινα ράκη και στον πειθαρχικό ουλαμό Καλπακίου. Στη Σιβηρία της Ρωσίας στέλνονται και ένοχοι, ενώ στο Καλπάκι του ελληνικού στρατού πηγαίνουν άνθρωποι τις περισσότερες φορές αθώοι ή, κι αν είναι ένοχοι, είναι ένοχοι μιας πίστεως προς μίαν ιδεολογίαν (= την κομμουνιστική) που δεν αξίζουν τα ακατανόμαστα και άθλια μέσα των ανθρώπων του πειθαρχικού ουλαμού του Καλπακίου».
Ακολούθως ο δημοσιογράφος τόνιζε την ανάγκη να κλείσει το κολαστήριο αυτό παρουσιάζοντας τις συνέπειες του τρόπου λειτουργίας του: «Είναι πέντε χρόνια τώρα που ο πειθαρχικός ουλαμός Καλπακίου δρα, υπάρχει και δέχεται τα θύματά του, κάτω από τις ευλογίες και τα συγχαρητήρια των ανθρώπων του πολιτισμού και της δικαιοσύνης. Αλλά τι κάμνει αυτός ο ουλαμός; Γιατί υπάρχει; Τι γίνεται εκεί πάνω; Κανείς μέχρι σήμερα δεν είχε το θάρρος να το πει. Οι ψευτοανθρωπισταί, οι «περίφημοι» διανοούμενοι τον θυμήθηκαν τώρα με την καταδίκη του Πανούση και του Μαρκοβίτη. Το Καλπάκι πρέπει να λείψει. Όσοι έτυχε να πάνε για διάφορους λόγους εκεί επάνω, στην κόλαση των αλβανικών συνόρων, μιλούν με ντροπή για τα ακατανόμαστα και τραγικά μαρτύρια των στρατιωτών του ουλαμού. Το ξύλο, οι βρισιές, ο εκφυλισμός των αξιωματικών και υπαξιωματικών εις βάρος των δυστυχών θυμάτων των, η 15ωρος εργασία για την κατασκευή δρόμων, την μεταφοράν νερού και το σπάσιμο χαλικιών αποτελούν μια πολύ φτωχική και ελλιπή περιγραφή της κολάσεως του Καλπακίου. Υπάρχουν άνθρωποι που έτυχε να έχουν υπηρετήσει στον απαίσιον αυτόν ουλαμόν, παιδιά οικογενειών ή και τίμιοι, ηθικοί εργάται και οι οποίοι σήμερα έχουν τρελαθεί από τα βασανιστήρια και την αγωνία που τράβηξαν εκεί πάνω».
Οι εφτά καταδικασμένοι έκαναν έφεση κατά της αποφάσεως του Στρατοδικείου Ιωαννίνων, η οποία εκδικάστηκε στο Αναθεωρητικό Δικαστήριο Αθηνών. Κατά την έναρξη της δίκης αλλά και κατά τις επόμενες ημέρες που διήρκεσε, ξεσηκώθηκαν οι εργαζόμενοι και οι διανοούμενοι της χώρας και έγιναν συγκεντρώσεις τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό υπέρ των καταδικασμένων στρατιωτών. Μάλιστα προσήλθαν για να καταθέσουν ως μάρτυρες υπεράσπισης ο διαπρεπής εκπαιδευτικός, συγγραφέας και πολιτικός Δημήτρης Γληνός και ο δικηγόρος Λεούσης, εκπρόσωπος της Ένωσης Νομικών. Το Αναθεωρητικό Δικαστήριο μετρίασε την ποινή των καταδικασθέντων σε θάνατο στρατιωτών. Οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης, όταν κατά τη δίκη έγιναν γνωστά τα βασανιστήρια που γίνονταν στο Καλπάκι, θορύβησαν και ορισμένους βουλευτές, οι οποίοι ζήτησαν από τον τότε υπουργό των Στρατιωτικών την κατάργηση του Πειθαρχικού ουλαμού .Όμως το «σωφρονιστήριο» του Καλπακίου διατηρήθηκε. Τη διοίκησή του την ανέλαβε το 1933 ο υπολοχαγός Κ. Πάστρας, ο οποίος με το παραμικρό έστελνε τους «απείθαρχους» στρατιώτες στο Στρατοδικείο.
Ο πειθαρχικός ουλαμός Καλπακίου λειτούργησε από το 1924 έως το 1934. Ήταν το πρώτο πείραμα «σωφρονισμού» ή «αναμόρφωσης» κομμουνιστών και γενικότερα «απείθαρχων» στρατιωτών που διέσυρε διεθνώς τη χώρα. Έκλεισε μετά τις έντονες διαμαρτυρίες πολιτικών προσωπικοτήτων από την Ελλάδα και τη Γαλλία και τις εκκλήσεις που υπέγραψαν πολλοί πνευματικοί άνθρωποι, όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Άγγελος Τερζάκης κ. ά.
Οι εφημερίδες
Ακόμα και μέσα στο απόλυτο κλίμα τρομοκρατίας, βίας και βασανιστηρίων, οι κομμουνιστές και δημοκράτες φαντάροι του Καλπακίου κατάφεραν να οργανώσουν πρωταρχικά τη ζωή τους και να προβούν στην έκδοση δύο παράνομων εφημερίδων τοίχου. Οι εφημερίδες αυτές ονομάζονταν Κόκκινος Ναύτης και Ο Φαντάρος και ήταν χειρόγραφες. Κυκλοφορούσαν από χέρι σε χέρι ανάμεσα στους φαντάρους και διαβάζονταν σε γκρούπες με περιφρούρηση τσιλιαδόρων. Ορισμένες από αυτές όπως σήμερα σώζονται εμφανίζονται πολυγραφημένες, γεγονός που προκαλεί έκπληξη και παραπέμπει σε σύνδεση του παράνομου κομματικού μηχανισμού του Καλπακίου με οργανώσεις του ΚΚΕ έξω. Ο Κόκκινος Ναύτης μάλιστα αυτοπροσδιορίζεται στο πρώτο φύλλο του ως: Όργανο των κομμουνιστικών πυρήνων του Πολεμικού Ναυτικού με μότο του το: Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε.
Παρόμοιες παράνομες εφημερίδες κυκλοφορούσαν και στην ευρύτερη παράνομη κομμουνιστική οργάνωση του στρατεύματος από τις αντίστοιχες οργανώσεις και έφεραν τίτλους όπως: Η Φωνή του Στρατεύματος, Η Στρατώνα, Ο Τηλεγραφητής και ο Κόκκινος Σκαπανέας
Φωτογραφικό και έντυπο υλικό
Τρικ του ΚΚΕ για τους φαντάρους Πανούση και Μαρκοβίτη του Καλπακίου |
Παράνομη εκδήλωση του κομμουνιστικού πυρήνα του Καλπακίου |